πόσα κομμάτια μου να μαζέψω,
για να μάθω να μη φοβάμαι
κάθε που βραδιάζει
και φοράς την πιο γλυκιά ανάμνηση;
πόσα κομμάτια μου να συλλέξω,
κάθε που οι πορείες περνούν,
από αυτούς τους δρόμους
που γέμισαν οργή;
πόσα κομμάτια μου να περιθάλψω,
όταν βρίσκω τον εαυτό μου,
καταβεβλημένο από τη μοναξιά
και τα χαμένα λόγια;
πόσα κομμάτια μου να θάψω,
όταν οι πληγές μου, χορεύουν
πάνω σε σπασμένα μπουκάλια
της περσινής γιορτής;
τα δικά μου τα κομμάτια, βρίσκονται
πάνω σε ένα πάτωμα
και τα σκεπάζει η θλίψη και το κρύο.
είναι λόγια ανάκατα και σκέψεις φοβισμένες.